Το λιγνιτόσημο είναι ο κυριότερος και ίσως στο μέλλον ο μοναδικός οικονομικός πόρος για τον δήμο της Μεγαλόπολης.
Όταν το κεντρικό κράτος, μέσω των (Κ.Α.Π.) θα καλύπτει απλώς τις μισθολογικές ανάγκες και το επόμενο ΕΣΠΑ δεν θα περιέχει πόρους για υποδομές, το λιγνιτόσημο θα φαντάζει ως όαση στην κάλυψη των αναγκών της πόλης μας.
Το λιγνιτόσημο αντιστοιχεί πλέον στο 0,5% (ήταν 0,4%) του ετήσιου κύκλου εργασιών της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη, ως ανταποδοτικό τέλος της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης από τη δράση της ΔΕΗ στην περιοχή. Αξίζει να σημειωθεί ότι το αντίστοιχο τέλος από την λειτουργία των ΑΠΕ ανέρχεται στο 3% !!!
Ο νομοθέτης έχει προβλέψει πενταετής κύκλους εκταμίευσης, ώστε τα ποσά που θα συγκεντρώνονται να είναι αρκετά, για να μπορούν να χρηματοδοτούν μεγάλα έργα ανάπτυξης, υποδομής και περιβαλλοντικής αποκατάστασης, πέρα από τις υποχρεώσεις της ΔΕΗ, όπως αυτές προσδιορίζονται μέσω των περιβαλλοντικών μελετών (ΜΠΕ).
Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στον 4ο κύκλο (2012-2016) χωρίς να έχει ολοκληρωθεί ο 3ος (2007-2011), λόγω των συνεχών αντεγκλήσεων στα ποσοστά της διαχείρισης.
Τα ποσά που αντιστοιχούν στους τρεις πρώτους κύκλους ανέρχονται στα 48 εκ. ευρώ περίπου. Αν κοιτάξει κανείς γύρω του δεν θα βρει κάτι διαφορετικό, που να δικαιολογεί το ποσό αυτό, κανονικά θα έπρεπε να έχει αλλάξει τη μορφή του λεκανοπεδίου.
Αυτό σημαίνει ότι η διαχείριση ήταν ελλιπής και προς λάθος κατεύθυνση.
Κατά τη γνώμη μου το πρόβλημα ξεκινά από το γεγονός ότι δεν έχουμε στόχους και πρόγραμμα για να τους πετύχουμε.
Πρέπει να καθορίσουμε πως θέλουμε την πόλη μας στο μέλλον (τομείς ανάπτυξης) και προς αυτή την κατεύθυνση να κινηθούμε οργανωμένα.
Για να έχουμε αναπτυξιακό αποτέλεσμα πρέπει μεγάλα ποσά από το λιγνιτόσημο να κατευθυνθούν σε συγκεκριμένα έργα με ανταποδοτικό χαρακτήρα και όχι να χάνονται ενδιάμεσα σε αναπλάσεις και επανειλημμένες ασφαλτοστρώσεις.
Δεν γίνεται σε μια εποχή που ψάχνουμε τα ευρώ με τα κιάλια να δίνουμε εκατοντάδες χιλιάδες σε μάντρες, πεζοδρόμια και δρόμους που δεν θα τους περπατήσει κανείς, έχοντας τα πρόβατα να βόσκουν μέσα στα αρχαία μνημεία και τους συμπατριώτες μας στα συσσίτια της εκκλησίας.
Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι το ποσοστό που θα διαχειρίζεται ο δήμος ή η περιφέρεια, όπως εμφανίζεται ως το μέγιστο θέμα αλλά ο τρόπος της διαχείρισης.
Άλλωστε μια δραστήρια δημοτική αρχή θα θέλαμε να ελέγχει μεγαλύτερο ποσοστό από μια ελλιπείς περιφερειακή διοίκηση όπως και μια δραστήρια περιφερειακή διοίκηση μεγαλύτερο ποσοστό από μια αδρανή δημοτική αρχή. Μέχρι τώρα βέβαια διαχείριση έχει κάνει μόνο ο δήμος Μεγαλόπολης και η τέως Νομαρχία, ανεπιτυχώς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν τίθεται θέμα μετακίνησης χρημάτων εκτός του λεκανοπεδίου Μεγαλόπολης, μιας και κάτι τέτοιο θα ήταν παράνομο, τα δε έργα ψηφίζονται στην επιτροπή παρακολούθησης (συμμετέχει και ο δήμος Μεγαλόπολης) και από το περιφερειακό συμβούλιο.
Είναι θεμιτό βέβαια ο δήμος Μεγαλόπολης και το δίκτυο των ενεργειακών δήμων να διεκδικούν το μέγιστο ποσοστό στη διαχείριση του λιγνιτόσημου. Αν και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν ξεσηκώνουν τον κόσμο για την αύξηση του ποσοστού επί του τζίρου της ΔΕΗ ΑΕ που αντιστοιχεί στο λιγνιτόσημο (0,5%),τουλάχιστον στα επίπεδα του ποσοστού που αντιστοιχεί στις ΑΠΕ (3%), όταν στην ευρωπαϊκή ένωση είναι ακόμα μεγαλύτερο. Αντ’αυτού πανηγυρίζουν που το 0,4% το έκαναν 0,5% τονίζοντας την αύξηση του 25% !!!
Συμπερασματικά νομίζω ότι είναι δευτερεύων το θέμα των ποσοστών και πρωτεύων το θέμα της διαχείρισης, γι’ αυτό είναι αναγκαία η ειλικρινής συνεργασία μεταξύ του δήμου Μεγαλόπολης και της περιφέρειας.
Μέσα από μια τέτοια συνεργασία ο δήμος μπορεί να βγει πολλαπλά κερδισμένος για την πραγματοποίηση μεγάλων έργων, αξιοποιώντας τις τεχνικές υπηρεσίες της περιφέρειας Πελοποννήσου και την επιχειρησιακή της ικανότητα που η παρουσία του Περιφερειάρχη Πέτρου Τατούλη, τη φτάνει σε υψηλά επίπεδα.
Αποστολόπουλος Δημήτρης
Περιφ. Σύμβ. Πελοποννήσου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.